Σάββατο 19 Ιουλίου 2014

Έκθεση: Χάσμα Γενεών

Θέμα: Γράψτε ένα γράμμα σε ένα φίλο σας ο οποίος αντιμετωπίζει το λεγόμενο χάσμα γενεών στην οικογένειά του, αναλύοντας τα αίτια του χάσματος και το πώς ο διάλογος μπορεί να συμβάλει στο να γεφυρωθεί.


Ασπροβάλτα, 04.11.2013
Φίλη μου Μαρία,
            Αν και χάρηκα που μου έγραψες, στενοχωρήθηκα, όταν διάβασα ότι αντιμετωπίζεις προβλήματα με τους γονείς σου. Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι κάτι που πρέπει να σε παίρνει από κάτω. Άλλωστε, όλοι μας περνάμε από αυτό το στάδιο, εφόσον υπάρχει το λεγόμενο χάσμα γενεών.
            Χάσμα μεταξύ των γενεών μπορεί να θεωρηθεί το πνευματικό συνήθως  «κενό» ανάμεσα σε νέους και ηλικιωμένους. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία μη μπορώντας, ή ακόμα χειρότερα μη θέλοντας, να ακολουθήσουν τις εξελίξεις αδυνατούν να καταλάβουν και να εξηγήσουν καταστάσεις που για τους νεότερους θεωρούνται αυτονόητες.
            Συγκεκριμένα, οι κοινωνικές εξελίξεις σήμερα γίνονται με πολύ πιο γοργούς ρυθμούς απ’ ότι θα συνέβαιναν πριν από κάποια χρόνια. Καθημερινά, ο τρόπος ζωής μας αλλάζει, πράγμα στο οποίο δεν μπορούν να προσαρμοστούν εύκολα οι γονείς μας, αφού δεν τους είναι οικείο. Για παράδειγμα, ενώ αυτοί μεγάλωσαν με περιορισμούς και στερήσεις, εμείς επιθυμούμε όλο και περισσότερα αγαθά για να νιώθουμε πληρότητα. Πολλές φορές οι αντιπαραθέσεις που έχουμε με τους γονείς μας μας φαίνονται ίσως υπερβολικές και ανούσιες. Στην πραγματικότητα όμως στα αυτιά των μεγαλύτερων κάτι φυσιολογικό για εμάς φαντάζει εξωπραγματικό σε αυτούς.
            Επιπλέον, στις περισσότερες περιπτώσεις αιτία για το χάσμα γενεών είναι η τεχνολογία, η οποία εξελίσσεται σχεδόν με ταχύτητα φωτός. Το γεγονός ότι μέσα σε μία, άντε το πολύ δύο δεκαετίες, φτάσαμε από την επικοινωνία με τηλεγραφήματα στην επικοινωνία μέσω διαδικτύου είναι κάτι ασύλληπτο για έναν άνθρωπο που μέχρι πρότινος δεν είχε καμία επαφή με το θέμα αυτό. Κινητά τηλέφωνα, υπολογιστές, οθόνες υψηλής ευκρίνειας και άλλα τόσα τεχνολογικά επιτεύγματα αποτελούν τον τρόπο ζωής μας. Οπότε για σκέψου… Πώς είναι δυνατόν οι γονείς μας –που δεν πίστευαν ποτέ πως θα συνέβαιναν τέτοιες ραγδαίες καινοτομίες στον ψηφιακό κόσμο-να τις θεωρήσουν φυσιολογικές και να τις προσπεράσουν έτσι απλά; Εμένα μου φαίνεται αδύνατο.
            Αλλά το πιο σημαντικό αίτιο για αυτήν τη γενική ασυνεννοησία που επικρατεί είναι ο ίδιος ο τρόπος σκέψης μας. Είμαστε η γενιά που σκέφτεται το παρόν και το μέλλον και αδιαφορεί πλήρως για το παρελθόν. Πολλοί έχουν πει ότι στον εγκέφαλό μας λαμβάνει διαρκώς χώρα μία έκρηξη ιδεών, που μας προκαλεί έμφυτα και ασυνείδητα την ανάγκη να δημιουργήσουμε έναν καλύτερο κόσμο. Αντίθετα, οι μεγαλύτεροι δεν ενδιαφέρονται τόσο για το μέλλον όσο για το παρελθόν. Αναπολώντας τα χρόνια της νιότης τους, νοσταλγούν την εφηβική τους ζωή και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ήταν η ιδανική. Έτσι, θέλοντας να ξαναζήσουν τα ανέμελα χρόνια τους αρνούνται να δουν καθαρά το μέλλον και συνεπώς να δεχτούν αδιαμαρτύρητα τις επιλογές των παιδιών τους.
            Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχουν πολλοί τρόποι να αντιμετωπιστεί το χάσμα γενεών, ο σημαντικότερος από τους οποίους είναι ο διάλογος, που, αν γίνει σωστά, δε θα οδηγεί σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις και αντιπαραθέσεις.
            Για να συμβεί αυτό, λοιπόν, πρέπει να πληρούνται κάποιες απαραίτητες προϋποθέσεις. Αρχικά, ο διάλογος πρέπει να γίνεται με δημοκρατικές διαδικασίες. Αυτό σημαίνει ότι όλοι θα πρέπει να εκφράσουν την άποψη τους χωρίς να ασκούν κριτική στις υπόλοιπες. Επομένως, η συζήτηση με τους γονείς πρέπει να γίνεται με τη συγκατάθεση όλων, ώστε να μην καταλήγει σε μονόλογο –όπως τις περισσότερες φορές. Φυσικά, όλες οι απόψεις έχουν θετικά και αρνητικά, τα οποία όμως δεν πρέπει να εκφράζουμε μειώνοντας τους άλλους ομιλητές, χωρίς ουσιαστικά να υπάρχει λόγος.
            Επίσης, ο σωστός διάλογος πρέπει να είναι οργανωμένος. Το να διακόπτεις, ή να σε διακόπτουν, ενώ μιλάς, δεν είναι καθόλου ευγενικό και μπορεί να επιφέρει συγκρούσεις και ανεπιθύμητες παρεξηγήσεις. Ο καθένας μπορεί να πάρει το λόγο μόνο όταν ο άλλος του το επιτρέψει. Έτσι, θα επικρατεί ένας ήπιος και ψύχραιμος τόνος. Όπως καταλαβαίνεις, και είμαι σίγουρη ότι μπορείς να το επιβεβαιώσεις και με προσωπικές σου εμπειρίες, το να φωνάζεις  ενώ μιλάς μπορεί να οδηγήσει σε καυγά, αλλά ποτέ μα ποτέ σε κάποιο συμβιβασμό.
            Τέλος, ένας καλοπροαίρετος διάλογος είναι το ιδανικότερο. Η συζήτηση είναι προτιμότερο να γίνεται για να ανταλλάσσονται ιδέες και μέσα από τη σύγκριση να φτάνουμε στο συμπέρασμα. Οπότε ο διάλογος δεν αποτελεί τρόπο για να επιβάλει κάποιος την άποψή του είναι δεν είναι σωστή και να καταλήξει σε ένα εικονικό συμπέρασμα το οποίο θα επιβάλει και πάλι στους συνομιλητές του. Συνεπώς, το κίνητρο για το διάλογο θα πρέπει να είναι η επιθυμία για κατάληξη σε ένα ομόφωνο συμπέρασμα.
            Πιστεύω να σε βοήθησα με τα παραπάνω και να καταφέρετε τόσο εσύ όσο και οι γονείς σου να δημιουργήσετε το κατάλληλο κλίμα για να ευδοκιμήσει ο σωστός διάλογος. Και πού ξέρεις; Μπορεί να είναι η αρχή για να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ σας!
Πολλά φιλιά,
η φίλη σου Σταυρούλα

Βενιώτη Σταυρούλα,
Μαθήτρια Α’ Λυκείου ΓΕΛ Αγ. Γεωργίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου